«Χωρίς δημιουργικές, ελενθερόφρονες προσωπικότητες, η εξέλιξη της κοινωνίας είναι το ίδιο ακατανόητη, όπως η εξέλιξη της ατομικής προσωπικότητας χωρίς το θρεπτικό λίπασμα της κοινότητας». ΑΛΜΠΕΡΤ ΑΪΝΣΤΑΪΝ

http://users.forthnet.gr/ath/chassapis-peter/new_page_3.htm



                                     



                                          ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ


         Μια σκληρή πραγματικότητα

Κοινή είναι, πλέον, η διαπίστωση πως ο Έλληνας από τον τουρκικό ραγιαδισμό, από την αναζήτηση του προστάτη-μεσολαβητή, πέρασε σε ένα είδος πολιτικού ραγιαδισμού αμέσως μετά την απελευθέρωση. Τη θέση του παλιού παρένθετου προσώπου, μεταξύ του υπόδουλου Έλληνα και της τούρκικης εξουσίας, κατέλαβε κάποιο άλλο παρένθετο πρόσωπο, που έμελλε να μεσολαβεί στο εξής μεταξύ του απλού πολίτη και της εκτελεστικής εξουσίας. Το πρόσωπο αυτό, που επικράτησε να λέγεται «πολιτικός προστάτης», θα αποτελούσε στο εξής τον κεντρικό παράγοντα ενός προσωπικού δικτύου πολιτικής πατρωνείας, που σκοπό είχε -και έχει- την προσέλκυση και παγίωση της εκλογικής πελατείας. Το νέο αυτό πρόσωπο δεν ήταν φυσικά άλλο από εκείνο του εκπροσώπου της πολιτικής ολιγαρχίας2 και, κυρίως, του βουλευτή.
Ακόμη και σήμερα το σύμπλεγμα του ραγιά συνεχίζεται τεχνηέντως, μέσα από εξελιγμένες μεθόδους, να καλλιεργείται και να παγιδεύει τη σκέψη του απογοητευμένου από την απάνθρωπη γραφειοκρατία, μη προνομιούχου πολίτη, και να τον οδηγεί κατευθείαν στον προθάλαμο του πολιτικού, που φαντάζει ως η μόνη λύση για την ικανοποίηση των όποιων προσδοκιών του. Ορθώς έχει ειπωθεί πως ο Έλληνας μέχρι και σήμερα δεν έχει στην πραγματικότητα ζήσει πολιτικά ελεύθερος.
Στο προηγούμενο κεφάλαιο είδαμε πως η ελληνική κοινωνία, μετά την απελευθέρωση, δεν ανέπτυξε ταξικές αντιθέσεις και συγκρούσεις, όπως εκείνες που αναπτύχθηκαν στη Δ. Ευρώπη3. Η απουσία ταξικών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων στέρησε από τον Έλληνα τη δυνατότητα οροθέτησης της κοινωνικής ταυτότητας του.
Η έλλειψη κοινωνικής ταυτότητας έκανε τον Έλληνα αφ' ενός να μην μπορεί να συνειδητοποιήσει τα κοινωνικά προβλήματα του και αφ' ετέρου να μην μπορεί να τα αντιμετωπίσει με συγκεκριμένες και αποτελεσματικές, αυτοπροσδιοριζόμενες ενέργειες. Έτσι έγινε εύπλαστο και εκμεταλλεύσιμο υλικό στην από πριν σχεδιασμένη και ελεγχόμενη πολιτική αντιδικία των πτερύγων της πολιτικής ελίτ.
Από την άλλη, τόσο ο μιμητισμός της συμπεριφοράς της άρχουσας μεσολαβητικής-μεταπρατικής τάξης όσο και οι συνειδητές επιλογές της τάξης αυτής, σε συνδυασμό και με την ανυπαρξία βιομηχανικής παραγωγής, συγκέντρωσαν τον πληθυσμό στις πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα και τον πέρασαν κατευθείαν στον τριτογενή τομέα της οικονομίας και στον τομέα των δημόσιων υπηρεσιών. Αποτέλεσμα αυτού του είδους της μετακίνησης του πληθυσμού ήταν να μην αναπτυχθεί στη συνέχεια ισχυρό υπόβαθρο δευτερογενούς παραγωγικού τομέα4. Η μεγάλη ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα οδήγησε στην υπερβολική αύξηση του παρασιτισμού και της μικροαστικής τάξης. Η τελευταία, ως γνωστόν, δεν οροθετείται ούτε κινείται με γνήσια ταξικά κριτήρια. Δεν έχει συγκροτημένη ταξική συνείδηση και επομένως αδυνατεί να εμφανίσει σαφή πολιτικό αυτοπροσδιορισμό.
Αυτή η αδυναμία εξυπηρέτησε και εξυπηρετεί κατά τον καλύτερο τρόπο τον πολιτικό ετεροπροσδιορισμό. Πάνω στο δεδομένο αυτό εδράζεται κυρίως η αυτονόμηση του πολιτικού στοιχείου, με την αναγκαία όμως βοήθεια ενός αντιδημοκρατικού και αντικοινωνικού κατεστημένου εξουσιαστικού συστήματος, που συντηρείται και υποβοηθείται από την άρχουσα τάξη της πολιτικής ολιγαρχίας και που το ίδιο στην πορεία αναπαράγει αυτού του τύπου την ολιγαρχία, κρατώντας την κοινωνία στο επίπεδο μιας ιδιότυπης δουλείας. Αυτό το υπερσυγκεντρωτικό σύστημα αρνείται να δεχτεί την προσωπικότητα και την ελεύθερη αποφασιστική έκφραση, ενώ, αντιθέτως, καλλιεργεί την ομοιομορφοποίηση και τον ισοπεδωτισμό.
Το πολιτικό κατεστημένο, στην προσπάθεια του να αποφύγει την πραγμάτωση της ουσίας της δημοκρατίας, επινοεί, κάτω από το πρόσχημα της ανανέωσης, του εκσυγχρονισμού και της μεταρρύθμισης, κατ' επίφαση δημοκρατικούς θεσμούς, οι οποίοι όμως στην ουσία αποκλείουν την ελεύθερη αποφασιστική έκφραση. Ελεύθερη αποφασιστική έκφραση μέσα σε μια δημοκρατικά οργανωμένη κοινωνία δεν σημαίνει απλώς έκφραση γνώμης σε κατ' ιδίαν συζητήσεις, αλλά θεσμοθετημένη ουσιαστική συμμετοχή στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Όμως, συμβαίνει το αντίθετο. Με όλα τα μέσα που διαθέτει, το συγκεκριμένο πολιτικό κατεστημένο αποβλέπει στην αντικατάσταση του ανθρώπου-προσωπικότητα από τον άνθρωπο της μάζας. Με τη βοήθεια μιας προπαγάνδας ολοκληρωτικής, που εκτοξεύεται από όλες τις απολήξεις του, προσπαθεί να διαμορφώσει όχι πολίτες, αλλά άτομα με κατευθυνόμενη σκέψη. Είναι δε τέτοια η δύναμη του πολιτικού κατεστημένου να κατευθύνει τη σκέψη, που τελικώς τα άτομα έχουν σχεδόν πειστεί πως για όλα τα κακώς κείμενα φταίει η ίδια η ιδιοσυγκρασία τους, δηλαδή δήθεν η ιδιοσυγκρασία του μεσογειακού ή και βαλκάνιου, αν θέλετε, έλληνα.
Η άνευ όρων αποδοχή αυτής της ...πραγματικότητας, που φαντάζει αδύνατο να υπερνικηθεί, προδικάζει το μάταιο οποιασδήποτε προσπάθειας και οδηγεί τα σημερινά αδύναμα υπερκαταναλωτικά άτομα στην άνευ όρων παράδοση τους κατευθείαν στα χέρια των επαγγελματιών εξουσιαστών. Ο σημερινός πολιτικός ραγιαδισμός είναι, δυστυχώς, μια βαριά κληρονομιά αιώνων. Η κοινωνία μας καταδυναστεύεται από ένα αδιαπέραστο γραφειοκρατικό σύστημα, τεχνητά συντηρούμενο και χρησιμοποιούμενο σαν... κυματοθραύστης των ατομικών ανησυχιών, προσπαθειών και ελπίδων. Τα άτομα οδηγούνται σε προκαθορισμένα, εμπορεύσιμα και ελεγχόμενα μονοπάτια.
Έντεχνα όλοι οι νόμιμοι δρόμοι είναι κλειστοί. Η προσωπικότητα δεν είναι ανεκτή, ενώ ο υποτακτικός προωθείται . Θα πρέπει λοιπόν το κάθε άτομο, αν θέλει να επιτύχει, να ξεχάσει οριστικά και αμετάκλητα τις δικές του δυνατότητες και ικανότητες, τις οποίες μάλιστα θα πρέπει να κρύβει για να μην προκαλεί. Αντ' αυτού είναι αναγκασμένο να αναζητήσει οπωσδήποτε τον «προστάτη» του μέσα από την ανάπτυξη «πολιτικών σχέσεων», οι οποίες καταλήγουν να είναι σχέσεις εκλογικής πελατείας, ή «κοινωνικών σχέσεων», οι οποίες καταλήγουν να είναι σχέσεις κοινωνικής υποκρισίας.
Για εκείνον ο οποίος δεν γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει, είναι αδύνατο να κατανοήσει πώς ένας τόσο υπερήφανος λαός, με μια αξιοθαύμαστη αρετή και με μια τόσο λαμπρή ιστορία πνεύματος και πολιτισμού, έχει περιέλθει στη σημερινή κατάσταση, προκειμένου να επιβιώνει σε βάρος του ένα οικογενειοκρατικό, κληρονομικό και παρεο-κρατικό κατεστημένο. Είναι οδυνηρή, αλλά απολύτως ορθή η διαπίστωση πως το απλό άτομο, κάτω από τη δύναμη της εξωκατευθυνόμενης σκέψης, εκλαμβάνει την προσωπική διαμάχη μεταξύ των ηγεσιών των διαφόρων πτερύγων της πολιτικής ολιγαρχίας και των συγκρουόμενων στο παρασκήνιο ισχυρών οικονομικών και άλλων συμφερόντων ως δική του προσωπική υπόθεση. Στη συνέχεια, στρέφεται με σφοδρότητα εναντίον αθώων συνανθρώπων του, ακόμη και μελών της οικογένειας του, που η δύναμη της εξωκατεύθυνσης το έκανε να τους θεωρεί εχθρούς του, αν και στην ουσία τα συμφέροντα τους είναι κοινά και η μοίρα τους η ίδια.
Στη χώρα μας, εκτός του βομβαρδισμού με μαζοποιητική πολιτική προπαγάνδα, σήμερα κυρίως από τα ΜΜΕ, η υπόθεση διευκολύνεται για το πολιτικό κατεστημένο και από την καταναλωτική αλλοτρίωση και την οικονομική ανεπάρκεια. Ήδη σήμερα, εκτός των άλλων, το απροστάτευτο άτομο πιέζεται και από τον υπέρμετρο δανεισμό και την εξάρτηση του από τις τράπεξες. Οι ισχυρότατες αυτές παράμετροι δεν αφήνουν το άτομο να σκεφτεί τίποτε άλλο πέρα από την επιβίωση του, μέσα σε ένα ρυθμό ζωής με αυξημένες και πιεστικές, τόσο πραγματικές όσο και επίπλαστες, ανάγκες. Αποτέλεσμα είναι να γίνεται στο τέλος το ίδιο το άτομο ένα προϊόν εύκολα εμπορεύσιμο στην πολιτική αγορά, όπου φυσικά τους κανόνες καθορίζουν οι «έμποροι των ελπίδων».
Τα μη προνομιούχα άτομα αισθάνονται τη ζωή τους να φεύγει μέσα από τα χέρια τους. Βλέπουν τις προσπάθειες τους να μην καρποφορούν, τις ικανότητες τους να περιφρονούνται. Μένουν στριμωγμένα στη γωνία κρύβοντας τις γνώσεις και τις ικανότητες τους, ζώντας στα όρια της ψυχικής αντοχής τους. Σε αντίθεση, λιγότερο ικανοί «εντολοδόχοι» του κατεστημένου αποκτούν κοινωνική και οικονομική ισχύ. Μόνος δρόμος για την επίτευξη, έστω και ετεροπροσδιοριζόμενων, στόχων απομένει ένας μη προσήκων σε ελεύθερες προσωπικότητες συμβιβασμός.
Ο επαγγελματίας εξουσιαστής γνωρίζει πολύ καλά την πραγματική ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων. Γνωρίζει ότι δεν απευθύνεται σε ψυχρά υπολογιστικά άτομα, αλλά σε άτομα με έντονες ψυχικές εντάσεις, με ικανότητες και οράματα, που ενδιαφέρονται ζωηρά για κοινωνική αναγνώριση και ολοκλήρωση. Άλλωστε, αυτές οι έντονες προσωπικότητες ήταν εκείνες που επινόησαν τη δημοκρατία, αφού διαπίστωσαν πως το μόνο που τους ταίριαζε ήταν ένα περιβάλλον που θα εξασφάλιζε την ελεύθερη αποφασιστική έκφραση της προσωπικότητας τους.
Ο επαγγελματίας εξουσιαστής γνωρίζει όμως και κάτι άλλο. Γνωρίζει πως η ελληνική κοινωνία εμφανίζει υπολειτουργία και υποτονικότητα και γι' αυτό έχει φροντίσει, όπως έχει ήδη γίνει κατανοητό, το ίδιο το πολιτικό στοιχείο5. Στην κατακερματισμένη και υπονομευμένη κοινωνία μας το άτομο είναι μόνο του και απομονωμένο. Δεν έχει επαφή ούτε με τον γείτονά του μέσα στην ίδια πολυκατοικία. Η πολιτική επικοινωνία με τους συμπολίτες του γίνεται μόνο μέσω από αυτό που του σερβίρουν τα ΜΜΕ.  Ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες υπερκαταναλωτισμού και ομοιομορφοποίησης το απομονωμένο άτομο γίνεται δέκτης ποικίλων και ισχυρών πιέσεων, που το οδηγούν στα όρια του ισοπεδωτισμού και της εξαφάνισης κάθε ατομικής διαφοροποίησης. Ο επαγγελματίας εξουσιαστής γνωρίζει λοιπόν πολύ καλά τι πρέπει να κάνει.
Σε μια κοινωνία χωρίς συνοχή είναι αρκετά δύσκολο να μορφοποιηθούν κοινωνικές δυναμικές ή να εμφανιστούν εκείνες οι ισχυρές προσωπικότητες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον αντίποδα της άρχουσας ελίτ και να προτείνουν ή και να επιδιώξουν, με πιθανότητα επιτυχίας, αλλαγές στο υπάρχον εξουσιαστικό σύστημα. Σ' αυτή την κοινωνία είναι αυτονόητο πως εκείνοι που ασκούν την πολιτική εξουσία δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερη δυσκολία στην επίτευξη των επιδιώξεων τους.
Παρατηρείται δηλαδή το φαινόμενο η πολιτική ηγεσία να επιτυγχάνει να προσαρμόζει τη στάση των πολιτών πάνω στις δικές της προοπτικές και όχι το αντίθετο, που είναι και η ουσία της δημοκρατίας.

Μπορεί να καλυτερεύσει αυτή η κοινωνία;
Επικρατεί σήμερα διάχυτη η άποψη πως το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας, δυστυχώς, δεν θα είναι ευοίωνο, ότι η κοινωνία μας κινείται πάνω σε προδιαγραμμένη φθίνουσα πορεία.
Οι κατά καιρούς έγκυρες κοινωνιολογικές και ιστορικές μελέτες συμπίπτουν με ακρίβεια στις διαπιστώσεις των προβλημάτων αυτής της κοινωνίας. Οι γνώμες όμως διχάζονται όταν έρχεται η στιγμή να προταθούν λύσεις. Οι όποιες προτεινόμενες λύσεις περιορίζονται απλώς στη διατύπωση γενικών ευχών ή επιγραμματικών συνθηματολογικών αφορισμών, με τη συνοδεία ανάλογων για την περίπτωση, αλλά πάντα διισταμένων συμβουλών προς κάθε αποδέκτη. Οι προσπάθειες αυτές, αναμιγνυόμενες με εκσυγχρονιστικά ή μεταρρυθμιστικά ιδεολογήματα, δεν αποτελούν τίποτε άλλο από ουτοπία.
Πρέπει να κατανοήσουμε πως με υποδείξεις και κυρίως αποπροσανατολιστικά συνθήματα δεν μπορούμε να προκαλέσουμε εμφάνιση κοινωνικών δυναμικών ούτε να παρέμβουμε στις όποιες κοινωνικές διεργασίες.
Αποτελεί πλέον κοινή διαπίστωση πως κανένας δεν κατέχει τη μοναδική μαγική λύση. Έχει όμως ταυτόχρονα συνειδητοποιηθεί πως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη της η κοινωνία μας και απλώς να αναμένουμε αν και πότε -και φυσικά άγνωστο προς ποια κατεύθυνση-θα μετασχηματιστεί από μόνη της. Κοινή πλέον είναι η απόφαση πως κάτι, επιτέλους, πρέπει να γίνει.
Εκείνο που πρέπει να γίνει δεν είναι τίποτε άλλο από το να προσχωρήσουμε σε μια εκ των πραγμάτων επιβαλλόμενη αλλαγή, κυρίως του συνταγματικού καθεστώτος. Δηλαδή, αλλαγή κατ' αρχάς του εξουσιαστικού συστήματος σε θεσμικό επίπεδο. Αν δεν αλλάξει το εξουσιαστικό σύστημα που ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΕΙ τους Έλληνες κατά έναν ορισμένο τρόπο, καμία άλλη προσπάθεια δεν πρόκειται να δώσει λύση. Αν δεν απαλλαγούμε από τους "πολιτικούς προστάτες" δεν θα μπορέσουμε να ανασάνουμε και να βρούμε το δρόμο μας. Μόνο μια αλλαγή με κεντρικό στόχο την αποκέντρωση της εξουσίας, που θα σημάνει την ουσιαστική μεταφορά μεγάλου μεριδίου εξουσίας στα χέρια του απλού πολίτη, μπορεί να ζωντανέψει την κοινωνία και να αποτελέσει την αρχή για μια καλύτερη ζωή, την οποία όλοι μας αξίζουμε.
Αν θέλουμε να ζούμε σε μια πρωτοπόρα κοινωνία, την οποία βέβαια οραματιζόμαστε, είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε ότι μια τέτοια κοινωνία μόνο ελεύθερες προσωπικότητες μπορούν να τη δημιουργήσουν. Μια προσωπικότητα είναι ελεύθερη όταν, όχι μόνο εκφράζεται ελεύθερα στις κοινωνικές σχέσεις της, αλλά όταν της εξασφαλίζεται βήμα ελεύθερης αποφασιστικής έκφρασης και όταν οι προσωπικές ανησυχίες και οραματισμοί βρίσκουν διέξοδο μέσα από αποτελεσματικές πρωτοβουλίες. Αν, λοιπόν, δεν δημιουργήσουμε εκείνο το θεσμικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα ευνοείται η ανάδειξη της προσωπικής αξίας του ανθρώπου με βάση τις προσπάθειές του, μην τρέφουμε αυταπάτες ότι θα δημιουργήσουμε την κοινωνία που όλοι ονειρευόμαστε.
Κεντρικός άξονας πάνω στον οποίο θα περιστρέφεται το νέο σύστημα θα πρέπει να είναι το ίδιο το άτομο. Το εξουσιαστικό σύστημα από πρωθυπουργοκεντρικό θα πρέπει να γίνει ανθρωποκεντρικό. Η σχετικότητα της προσωπικότητας του ατόμου θα αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Πρέπει να ληφθεί πρόνοια, ώστε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο ο ισοπεδωτισμός και η μαζοποίηση. Δεν μπορεί πλέον ο κοινωνικός σχεδιασμός να συνεχίζει να εξυφαίνεται ερήμην των ίδιων των άμεσα ενδιαφερόμενων ατόμων. Δεν είναι δυνατό να καλούνται τα άτομα να εφαρμόσουν εκείνες τις επιλογές και να υποστούν τις συνέπειες εκείνων των επιλογών που δήθεν γίνονται γι' αυτά, αλλά, φυσικά, χωρίς αυτά. Όταν αυτές οι επιλογές λαμβάνονται από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, στα οποία βέβαια δεν συμμετέχουν οι πολίτες, και κατευθύνονται άμεσα ή έμμεσα από άγνωστα οικονομικά και μη συμφέροντα, που τις περισσότερες φορές είναι αντίθετα με εκείνα του λαού, είναι ευνόητες οι συνέπειες. Μόνο τα πραγματικά ελεύθερα άτομα, μέσω της ουσιαστικής άσκησης των δικαιωμάτων που τους αναγνωρίζει μια γνήσια δημοκρατικά οργανωμένη κοινωνία, μπορούν να βρουν νέα σημεία ισορροπίας και είναι τα μόνα που μπορούν να διαφεντέψουν καλύτερα από τον καθένα τη ζωή τους και όχι να την παραδίδουν σαν εμπορεύσιμο προϊόν στα χέρια άγνωστων συμφερόντων. Μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί αλλαγή του κοινωνικού σκηνικού και πάνω απ' όλα των διαδικασιών κοινωνικοποίησης.
Είναι αδιανόητο τα άτομα να κινούνται σαν σκιές μέσα σε ένα φόντο κατευθυνόμενης εθνικής μοιρολατρίας, που αφοπλίζει τις δυνατότητες τους. Δεν υπάρχει πεπρωμένο, η ζωή ανήκει σ' αυτόν που θέλει να τη ζήσει. Κατευθυνόμενα αποπροσανατολιστικά μυθεύματα περί νοοτροπίας του Έλληνα και τα παρόμοια επιχειρούν να οδηγήσουν τη σκέψη προς την κατεύθυνση της αναγκαιότητας αλλαγής των ίδιων των ατόμων (και όχι του εξουσιαστικού συστήματος), πράγμα που φυσικά είναι αδύνατο. Όμως, η ενασχόληση της σκέψης και οι προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση διευκολύνουν αφάνταστα το πραγματικά υπεύθυνο εξουσιαστικό σύστημα, το οποίο έτσι μένει στο απυρόβλητο.
Το ζητούμενο δεν είναι να αλλάξουν ψυχοσύνθεση τα άτομα που ζουν και κινούνται στο συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, αλλά η αλλαγή αυτού του ίδιου του θεσμικού πλαισίου. Με λίγα λόγια, το πρόβλημα που πρέπει να λυθεί δεν είναι οι πολίτες ούτε καν αυτοί οι ίδιοι οι πολιτικοί ως άτομα. Η λύση είναι η αλλαγή του συστήματος που κοινωνικοποιεί αυτούς τους πολίτες και αναπαράγει αυτούς τους πολιτικούς.
Το επίπεδο του πολιτισμού ενός λαού είναι ανάλογο με τη στάθμη της αρχής της ισότητας στο νοητικό σύστημα των πολιτών του. Όταν αυτή είναι χαμηλά, επικρατεί ισοπεδωτισμός. Το κατεστημένο παλαιοκομματικό σύστημα καλλιεργεί τον ισοπεδωτισμό, με αποτέλεσμα η αξία που τείνει να ξεχωρίσει, να απορρίπτεται και έτσι η κοινωνία να παραμένει στο τέλμα. Για να εξαλειφθούν τα δεινά που προκαλεί ο ισοπεδωτισμός μόνο μια λύση υπάρχει, η πολιτική ελευθερία. Παρ' ό,τι όμως καταβάλλεται προσπάθεια να γίνει πιστευτό το αντίθετο, στην πραγματικότητα στη χώρα μας σήμερα δεν έχουμε πραγματική πολιτική ελευθερία.
Η κατάσταση, έτσι όπως είναι σήμερα, δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε από μόνη της, αλλά ούτε φυσικά με τη βία και το αίμα. Με δεδομένη την υπάρχουσα υπανάπτυκτη παραγωγική συγκρότηση της χώρας μας και τη χειραγώγηση του συνδικαλιστικού κινήματος από το πολιτικό στοιχείο, είναι εκτός πραγματικότητας να αναμένουμε οποιαδήποτε βελτίωση, σε κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό επίπεδο, μέσα από κάποια κοινωνική δυναμική. Μόνον ορισμένες θεσμικές αλλαγές μπορούν να γίνουν (μερικές από αυτές θα αναλυθούν στη συνέχεια), οι οποίες θα εμπνέονται από τη σύλλήψη της πραγματικής ουσίας του ανθρώπου, θα έχουν στόχο την υπαρξιακή ανύψωσή του και θα οδηγήσουν σε αναπόφευκτες και συντριπτικές αλλαγές σε όλους τους τομείς.
Ο Περικλής έλεγε ότι για τη διοίκηση δεν θα πρέπει να προτιμούνται οι προνομιούχοι, αλλά οι ικανοί. Από τη στιγμή που θα εξασφαλιστούν οι συνθήκες για να συμβεί αυτό, οι αλλαγές στον κοινωνικο-πολιτικό τομέα θα είναι... εκρηκτικές.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. Α. Αϊνστάιν «Πώς βλέπω τον κόσμο», εκδ. ΜΑΡΗ, σελ. 13.
2. Πλήρη ανάπτυξη βλ. John Α. Ρetropoulos «Πολιτική και συ
γκρότηση κράτους στο ελληνικό βασίλειο 1833-1843» (1985),
εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας.
3. Σχετικά βλ. Α. Τρίτση (1989), Ριζοσπαστικές εκδόσεις, σελ. 21.
4. Πλήρη ανάπτυξη βλ. Β. Φίλια «Όψεις της διατήρησης και της
μεταβολής του κοινωνικού συστήματος» (1979), εκδ. Νέα Σύ-
νορα, τόμος Β, σελ. 79.
5. Σχετική με το θέμα ανάπτυξη βλ. Β. Φίλια, όπ. αν., σελ. 165.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

A practical mind map tester

The NEURON

Το ΠΡΩΤΟ ΔΣ του ThinkTank Ροδόπη Σκέψη